Melody: Evan Rachel Wood
Marietta: Patricia Clarckson
John: Edf Begley, Jr.
Από την μια ο εξηντάρης απόμαχος καθηγητής της κβαντομηχανικής, ο Μπόρις Γιέλνικοφ, χωρισμένος, απογοητευμένος από την ζωή και με μια αποτυχημένη απόπειρα αυτοκτονίας στο παθητικό του· τώρα διδάσκει σκάκι σε «ανόητα σκουλήκια», εμβρόντητα παιδάκια που δεν καταλαβαίνουν γιατί τους πετάει την σκακιέρα στο κεφάλι, όταν εκνευρίζεται με την «ηλιθιότητά» τους.
Από την άλλη, η Μέλοντυ Σαιντ Ανν Σελεστίν, μια εικοσάρα, ομορφούλα, ανοητούλα πιτσιρίκα από τις Νότιες Πολιτείες, που έφυγε από το σπίτι της γιατί δεν άντεχε την καταπίεση και ήρθε στο Μανχάταν για να βρει καταφύγιο. Εκεί πέφτει πάνω στον Γιέλνικοφ, και το απίθανο αυτό ζευγάρι ξεκινάει μια κοινή πορεία μεταμόρφωσης, όπως άλλωστε συμβαίνει σε πολλά έργα του Woody Allen. Μέχρι που εμφανίζεται η μητέρα της Μέλοντυ, βάζοντας σε κίνηση κάποια άλλα γρανάζια της τύχης.
Με δύο λέξεις, το έργο είναι πολύ καλό. Σε ορισμένους ίσως να μην αρέσει, και θα το θεωρήσουν αναμασήματα και επαναλήψεις του Woody Allen. Όμως η λεπτή υφή της ατάκας του δεν έχει καθόλου εξαντληθεί. Επίσης ο Larry David, που παίζει τον Μπόρις Γιέλνικοφ, είναι εξαιρετικός, ιδιαίτερα στην αρχή του έργου σε έναν υπέροχο παραληρηματικό μονόλογο για την εξυπνάδα του και την ηλιθιότητα των υπολοίπων γύρω του, απευθυνόμενος στην κάμερα, δηλαδή σε μας.
Μπορεί στο τέλος όλα τα κομμάτια του παζλ να ταιριάζουν υπερβολικά τέλεια, σε ένα άψογα παράλογο happy end, αλλά και αυτό είναι μέρος της ειρωνείας του φιλμ. Μόνο ο ελληνικός τίτλος δεν μου αρέσει, και θα μπορούσε αντι "Κι αν σου κάτσει;" να είναι π.χ. "Οτι κι αν παίξει", κάτι τέλος παντως που δεν είναι τόσο αργκό και αδικεί το φίλμ.
Αγαπώ πολύ τον Woody Allen, και χαίρομαι που ακόμη φτιάχνει ταινίες όπου, 2 ώρες μετά, μου δίνουν την αίσθηση ότι αιωρούμαι ένα ελάχιστο πάνω από τη γη, και το βάρος της καθημερινότητας μου έχει φύγει για λίγο απ’ τα πόδια.